Page Nav

HIDE

Grid

GRID_STYLE

Pages

Classic Header

{fbt_classic_header}

Breaking News

latest

Απ'το Χρονοντούλαπο Αρ.9 | Σάββατο 22/03/2013 Frederic Boissonnas και η Τήνος (Συνέχεια 6 - Τέλος)

3. Ο FredericBoissonnas και η Τήνος (Συνέχεια -6) Με το παρακάτω κείμενο ολοκληρώνουμε την παρουσίαση του ημερολογίου του μεγάλου αυ...

3. Ο FredericBoissonnas και η Τήνος
(Συνέχεια -6)
Με το παρακάτω κείμενο ολοκληρώνουμε την παρουσίαση του ημερολογίου του μεγάλου αυτού καλλιτέχνη που ήταν ο Boissonnasστην Τήνο.
Ο Boissonnasκαι ο Ελβετός φίλος του που τον συνόδευε, πέρασαν από τον Χατζηράδο στο Κτικάδο και από εκεί, από το γνωστό ιστορικό δρόμο, επέστρεψαν, σίγουρα κατακουρασμένοι  στη Χώρα. Η περιοδεία μεγάλη και μάλιστα πάνω στα ζώα, που δεν ήταν συνηθισμένοι να χρησιμοποιούν… άφησαν την τελευταία τους μέρα στο νησί, πριν αναχωρήσουν για τη Μύκονο, για να επισκεφτούν το ναό της Μεγαλόχαρης και τους γύρω χώρους. Τράβηξε εκεί τις τελευταίες τους φωτογραφίες και στο φαγητό τους ήπιαν από την περίφημη Μαλβάζια. Αν όντως ήπιαν Μαλβάζια θα ήταν από τους τελευταίους επισκέπτες του νησιού που ήπιαν απ’ αυτήν. Δεν έχουμε πια πληροφορίες για το κρασί αυτό που προερχόταν από την ομώνυμη ποικιλία αμπελιού. Από το τέλος του 19ου αιώνα είχε αρχίσει να αφανίζεται, πιθανόν εξαιτίας κάποιας ασθένειας του δέντρου.
Κλείνοντας αυτή την πρόχειρη παρουσίαση της περιοδείας του Boissonnasστην Τήνο, θεωρούμε ότι αποτελούσε ένα μικρό χρέος προς αυτόν τον καλλιτέχνη που αποθανάτισε το νησί μας μέσα από τη φωτογραφική του μηχανή. Ίσως να μας ικανοποιεί ο αριθμός των φωτογραφιών, αλλά να λάβουμε υπόψη μας το μεγάλο κόστος που αντιμετώπιζαν οι λιγοστοί φωτογράφοι της εποχής για να αποθανατίσουν τοπία και πρόσωπα. Πάλι καλά…


Οι σιλουέτες των μύλων και των καμπαναριών ξεχωρίζουν μέσα στο σκοτάδι και δίνουν την εντύπωση πως βγαίνουν μέσα από τον κινούμενο ορίζοντα της θάλασσας. Το πάνω χωριό είναι εγκαταλελειμμένο και το κάτω κρύβεται μέσα στα στενά δρομάκια. Από τις μισάνοιχτες πόρτες του βγαίνουν ροδόχρωμες ανταύγειες. Όσο πλησιάζουμε βλέπουμε να κρέμονται, πάνω από τις ταράτσες των σπιτιών, κάποιες περίεργες και τρομακτικές μορφές. Οι καμάρες, βαθιές και σκοτεινές, πίσω από τις πύλες το χάος. Όλα μοιάζουν να αιωρούνται μέσα σε μια άβυσσο. Mια πόλη βγαλμένη από τις Χίλιες και μια Νύχτες κάτω από το τρεμάμενο φως του γαλαξία.
Το τελευταίο χωριό που περάσαμε ήταν ο Κτικάδος, με τα μουλάρια να καλπάζουν πάνω κάτω στις «αθέατες» σκάλες του και εμείς καβάλα να τρέμουμε για τη σωματική ακεραιότητα μας. Λίγο αργότερα φτάσαμε στην πόλη της Τήνου.
Ο ιδιοκτήτης του καφενείου, ένας ηλικιωμένος Ηρακλής, κάνει τα πάντα για να συνέλθουμε και μας σερβίρει το καλύτερο από τα κρασιά του, την ξακουστή Μαλβαζία που τα κλήματα της είχαν φτάσει ίσαμε εδώ από τη Μονεμβασιά. Την ώρα που ο Boissonas άλλαζε πλάκες, εγώ μαζί με τον Monard πήραμε ένα κομμάτι άσπρο πανί και λίγο κόκκινο χρώμα και φτιάξαμε μια ελβετική σημαία.
Το χειροτέχνημα μας σκοπεύαμε να το αναρτήσουμε στο κατάρτι της ταρτάνας που σύμφωνα με τα λεγόμενα του Φίλιππου θα μας περίμενε στη Μύκονο.
Την επόμενη μέρα το πρωί πήγαμε στην εκκλησία της Ευαγγελίστριας, στη βόρεια μεριά της πόλης. Το 1822 μια γηραιά μοναχή είδε ένα όνειρο με την εικόνα της Παρθένου θαμμένη, κάτω από έναν λόφο, στην εξοχή. Ο ιερέας στον οποίο μίλησε για το όραμα της έκανε τις σχετικές έρευνες στον τόπο όπου η μοναχή πίστευε πως βρισκόταν η εικόνα και, πράγματι, κατάφερε να την εντοπίσει μέσα σε μια σπηλιά.
Όλο το αρχιπέλαγος πανηγύρισε για θαύμα. Οι πιστοί αποφάσισαν να συνδράμουν για να χτιστεί ιερός ναός και νοσοκομείο στο χώρο που βρέθηκε η εικόνα της Παρθένου. Τα χρήματα άρχισαν να φτάνουν από παντού. Οι Έλληνες χριστιανοί των νησιών της Μικράς Ασίας και όσοι ζούσαν στην Τουρκία έστειλαν τεράστια ποσά για την ανέγερση του. Η Τήνος, που για αιώνες ήταν υπό ενετική κυριαρχία —στα υπόλοιπα νησιά του Αιγαίου οι Τούρκοι τα είχαν απαγορεύσει— φημίζεται για τα πολυάριθμα και ψηλά καμπαναριά της το κωδωνοστάσιο όμως της Παναγίας είναι το μεγαλύτερο και επιβλητικότερο όλων, έχει τον πλουσιότερο διάκοσμο και διαθέτει τις περισσότερες καμπάνες σε σχέση με τα υπόλοιπα καμπαναριά του νησιού.



Κάθε χρόνο, ανήμερα του Ευαγγελισμού και της Κοίμησης, τριάντα με σαράντα χιλιάδες προσκυνητές, μεταξύ των οποίων πάρα πολλοί ασθενείς και ανάπηροι, επισκέπτονται την Τήνο. Ολόκληρα ανθρώπινα τάγματα χτυπημένα από αρρώστιες ξεκινούν απ' όλα τα μέρη της Ελλάδας για να βρουν ανακούφιση και παρηγοριά στα δεινά τους. Δεινά για τα οποία, σε άλλους καιρούς, προσέτρεχαν στον Ασκληπιό, επισκεπτόμενοι το ιερό θεραπευτήριο του στην Επίδαυρο. Ακριβώς όπως στην αρχαιότητα που οι ανήμποροι έφταναν με τις προσφορές τους για τη θεότητα, έτσι και σήμερα οι ασθενείς έρχονται με τα δώρα τους για τη Μεγαλόχαρη: λάδι, κοσμήματα και ασήμι. Όπως ακριβώς στους αρχαίους καιρούς αναρτούσαν τις αναθηματικές προσφορές στους τοίχους του ναού, έτσι και τώρα τους γεμίζουν με τάματα προς ένδειξη ευγνωμοσύνης. Τα θαύματα αναγνωρίζονται -όπως γινόταν και στο παρελθόν-, κοινοποιούνται και τα ευσεβή πλήθη σπεύδουν για να φιλήσουν τα άμφια των ιερέων μέσω των οποίων επιτελέστηκαν.
Μια ανηφορική μαρμαρόστρωτη λεωφόρος με χαμηλά σπίτια δεξιά και αριστερά της, με καταστήματα που πουλάνε φυλαχτά, κι ανάμεσα τους το ατελιέ ενός ηλικιωμένου αγιογράφου, συνδέει το κέντρο της πόλης με την Παναγία. Τα κτίρια του εκκλησιαστικού συμπλέγματος σχηματίζουν ένα μεγάλο τετράπλευρο γύρω από μια εσωτερική αυλή, στρωμένη με γκρίζο και άσπρο μάρμαρο, και επικοινωνούν με στοές. Στο κέντρο δεσπόζει η εκκλησία με το πλατύ ανάβαθρο που οδηγεί στο εσωτερικό της ενώ πίσω από τις λευκές μαρμάρινες κολόνες —μάρμαρα που μεταφέρθηκαν από τα ερείπια της Δήλου— το πρώτο πράγμα που βλέπει το μάτι είναι η θαυματουργή εικόνα. Το άγιο πρόσωπο της Θεοτόκου, μαυρισμένο από τον χρόνο, έχει σχεδόν σβήσει αλλά το χρυσό φωτοστέφανο γύρω του και τα απειράριθμα κοσμήματα που κρέμονται, παλιά τα περισσότερα, είναι υπέροχα. Τέσσερα αιωνόβια κυπαρίσσια, δεξιά και αριστερά στην πρόσοψη, στέκουν ακοίμητοι φυλακές γύρω από τις υδροδόχες μέσα στις οποίες σταλάζει το θαυματουργό νερό. Οι «αποστεωμένες» ρίζες τους έχουν μετακινήσει τις γύρω μαρμαρόπλακες ενώ η σκοτεινή ατρακτοειδής σιλουέτα τους, πένθιμη κι αλύγιστη, σχίζει τη διάφανη ατμόσφαιρα, ρίχνοντας τις σκιές της πάνω στις μαρμάρινες υδροδόχες που μοιάζουν αιωρούμενες πάνω στις φωτεινές δέσμες των αντανακλάσεων του εδάφους.
Το απόγευμα εγκαταλείψαμε το νησί με τους δαντελένιους περιστεριώνες και τα αναρίθμητα καμπαναριά. Οι κωπηλάτες της βάρκας στην οποία επιβιβασθήκαμε έκαναν τα αδύνατα δυνατά για να βοηθήσουν καθώς ο ράθυμος ζέφυρος δεν έλεγε να ανοίξει τα πανιά της. Αραγμένος πάνω σ' έναν λόφο από σχοινιά απολάμβανα τη θέα των χρυσοκίτρινων νησιών, όμοια «με ασπίδες πάνω στην υδάτινη επιφάνεια».


Όπως η Σύρος και η Τήνος, έτσι και η Μύκονος, χαρακτηρίζεται από εξαιρετική καθαριότητα. Όλα τα σπίτια από πάνω μέχρι κάτω, από την ταράτσα ως το υπόγειο τους είναι ασβεστωμένα και τα συχνά αυτά ασβεστώματα λειαίνουν τις επιφάνειες σβήνοντας τα έντονα γωνιώματά τους. Πρόκειται για κτίσματα δίχως γείσο, με καμινάδα, ως επί το πλείστον στην κορφή τους, όμοια με μικροσκοπικό κάτασπρο μιναρέ που έχει ένα ή δύο μικρά ανοίγματα σαν παραθυράκια εύκολα μπορεί κανείς να πεισθεί πως όλα τούτα είναι καμωμένα με αλεύρι……………..

ΤΕΛΟΣ